Ο δρόμος για την διεκδίκηση των αποζημιώσεων για τα δεινά που επέφεραν στην Ελλάδα οι Γερμανοί άνοιξε με το Απόρρητο Πόρισμα Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά το οποίο οι αποζημιώσει μπορούν να απαιτηθούν, με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
«Η Ελληνική Δημοκρατία διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας την πλήρη ικανοποίηση όλων των δημοσίων αξιώσεων, αλλά και των αξιώσεων Ελλήνων υπηκόων που πηγάζουν από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους» καταλήγει το Απόρρητο Πόρισμα Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έφερε στη δημοσίευσε κατ΄ αποκλειστικότητα, το cnn.gr και αναδημοσιεύουμε.
Στην ογκώδη έκθεση που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εισηγείται ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη δυναμικότερη προώθηση των διεκδικήσεων της, θα πρέπει να προσκαλέσει μέσω της διπλωματικής οδού την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σε διαπραγματεύσεις.
Σε περίπτωση που η Γερμανία αρνηθεί να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις ή σε περίπτωση που οι δύο χώρες αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει απευθείας «σε δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση», παρακάμπτοντας το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Η άποψη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είναι ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και άμεσα.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου ιδρύεται βάσει του άρθρου 28 αυτής και έχει αποκλειστική δικαιοδοσία για διαφορές που προκύπτουν σε ζητήματα ερμηνείας ή εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης του οποίου η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται μετά από ειδική δήλωση κάθε χώρας στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ δεν μπορεί να αγνοηθεί από την Γερμανία καθώς έχει αποδεχθεί την δικαιοδοσία του.
Η Ελλάδα έχει καταθέσει τη συγκεκριμένη δήλωση από το 1994,ενώ η Γερμανία μόλις το 2008, όμως το έκανε και τώρα δεν μπορεί να κάνει πίσω.
Το ερώτημα είναι αν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει δικαιοδοσία για ζητήματα που προέκυψαν πριν την κατάθεση της συγκεκριμένης δήλωσης.
Το Πόρισμα επιχειρηματολογεί ότι η Ελλάδα μπορεί να στοιχειοθετήσει νομικά το γεγονός εξέτασης των διαφορών με τη Γερμανία από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αρκεί να προηγηθεί άρνηση της Γερμανικής πλευράς να διαπραγματευτεί τη ρύθμιση των Ελληνικών απαιτήσεων μετά από νεώτερη επίσημη ανακίνηση του ζητήματος από την Ελληνική πλευρά.
Δηλαδή επανεκινούμε το ζήτημα για μια ακόμα φορά ώστε να είναι πιο νέο από την Γερμανική αναγνώριση του Δικαστηρίου το 2008.
Στη σελίδα 94 του Πορίσματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αναφέρει ότι προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη:
1. Η προς επίλυση διαφορά πρέπει να αφορά γεγονότα και καταστάσεις που έχουν λάβει χώρα πριν την 1-05-2008
2. Η προς επίλυση διαφορά δεν μπορεί να θέτει ζήτημα που άπτεται της ερμηνείας ή της εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου.
3. Η προς επίλυση διαφορά θα πρέπει να συνδέεται με παραβίαση ή άλλο ζήτημα του δημοσίου διεθνούς δικαίου.
Το Απόρρητο Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, βρίσκεται ήδη στα χέρια των αρμόδιων υπουργείων προκειμένου να αξιοποιηθεί.
Στα ίδια χέρια βρίσκεται και η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τον «Προσδιορισμό Αξιώσεων από τις Γερμανικές Επανορθώσεις και το Κατοχικό Δάνειο» η οποία εκτιμά τις συνολικές απαιτήσεις στο ποσό των 341 δισ. ευρώ.
Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται απαιτήσεις από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ύψους 9 δισ. ευρώ, το κατοχικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ύψους περίπου 10.34 δισ. ευρώ, αλλά και οι υπόλοιπες αξιώσεις από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που φτάνουν, σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, στα 341.203 δισεκατομμύρια ευρώ!
Η Ομάδα Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συγκροτήθηκε μετά την πρώτη Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους τον Μάρτιο του 2013, προκειμένου να προβεί σε «ειδική νομική μελέτη, επεξεργασία και τεκμηρίωση της υπόθεσης των Γερμανικών Αποζημιώσεων (κατοχικό δάνειο, πολεμικές επανορθώσεις και ατομικές αποζημιώσεις)», αλλά και να υποβάλει πόρισμα για «την πορεία και τον αποτελεσματικότερο και επωφελέστερο για τα συμφέροντα της Χώρας νομικό χειρισμό».
Στο πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εξετάζεται ενδελεχώς, τόσο το ιστορικό της υπόθεσης, όσο και το θεσμικό πλαίσιο των Διεθνών Συμβάσεων πάνω στις οποίες εδράζεται το ζήτημα των Ελληνικών αξιώσεων.
Σημαντικότερες εξ αυτών είναι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 «Περί Εξωτερικών Γερμανικών Χρεών», η οποία προβλέπει το διακανονισμό των Γερμανικών εξωτερικών χρεών, αλλά και η Συνθήκη της Μόσχας του 1990 (Συνθήκη 2+4) για τον Οριστικό Διακανονισμό σε σχέση με τη Γερμανία στην οποία δεν μετέχει η Ελλάδα και υπογράφεται μόνο μεταξύ της ενωμένης, πλέον, Γερμανίας και των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία). (Παράγραφοι Πορίσματος 12-15).
Επιπλέον, το Πόρισμα εξετάζει και τις διμερείς Συμβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας.
Πρόκειται γα τη Σύμβαση της Βόννης του 1960, τη Σύμβαση της Βόννης του 1961 και τη Συμφωνία της Αθήνας του 1974.
Οι τρεις αυτές διμερείς συμφωνίες καθορίζουν τον διακανονισμό των Ελληνικών αξιώσεων και περιλαμβάνουν την αποζημίωση οικείων των φονευθέντων από το ναζιστικό καθεστώς, την αποζημίωση για αφαιρεθέντα καπνά κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και τις αποζημιώσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ Ελλήνων υπηκόων, που υπέστησαν ζημιές, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το συνολικό ποσό, όπως προκύπτει από τις τρεις αυτές Συμβάσεις, πλησιάζει τα 52 εκατομμύρια Γερμανικά μάρκα.
Τελευταία φορά που η Ελλάδα προέβη σε διπλωματική κίνηση διεκδίκησης των οφειλομένων από την Γερμανία ήταν τον Νοέμβριο του 1995 με τη ρηματική διακοίνωση του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Βόννη, κ. Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη, με την οποία ζητούσε την έναρξη διμερών συνομιλιών προκειμένου να ρυθμιστούν τα εκκρεμή ζητήματα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη ρηματική διακοίνωση η Γερμανική πλευρά απάντησε αρνητικά με ένα απλό ανακοινωθέν.
Σύμφωνα με το Πόρισμα, η αρνητική στάση των Γερμανικών αρχών στηρίζεται στην άποψη ότι «η Συνθήκη της Μόσχας δεσμεύει και την Ελλάδα και στην εκ τούτου συνέπεια ότι, εφόσον η Συνθήκη αυτή σιωπά ως προς τις επανορθώσεις, η σιωπή αυτή ισοδυναμεί με την οριστική του επίλυση, άποψη σύμφωνη με τη Γερμανική θεωρία και νομολογία».
Το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να απασχολεί τους νομικούς κύκλους. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι αν από τη «Συνθήκη 2+4» προκύπτει νομική επίπτωση σε κράτη που δεν την υπέγραψαν, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, όπως αναφέρει στις σελίδες 65-70 του πορίσματός του, θεωρεί «εσφαλμένη» την άποψη αυτή, καθώς θεωρεί ότι «σύμφωνα με τους Κανόνες του Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις που συμμετείχαν σε αυτήν δεν μπορούν να δεσμεύουν τα κράτη που έχουν απαιτήσεις εναντίον της Γερμανίας».
Καταλήγει, έτσι, στο συμπέρασμα ότι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 εξακολουθεί να δεσμεύει τη Γερμανία και ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις της Ελλάδας παραμένουν «ισχυρές και σε εκκρεμότητα».
Το Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους όπως και αυτό του Γενικού Λογιστηρίου βρίσκεται εδώ και καιρό στα χέρια των αρμοδίων.
Όπως γίνεται, όμως αντιληπτό, η διεκδίκηση των Ελληνικών αξιώσεων από τη Γερμανία δεν έχει μόνο νομική πτυχή.
Είναι ένα κυρίως πολιτικό ζήτημα και ο χειρισμός του προϋποθέτει μελετημένες και προσεχτικές κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα.
Έχει η κυβέρνηση το θάρρος να προχωρήσει στην διεκδίκηση;
Πηγές:
http://www.cnn.gr/news/ellada/story/1801/to-aporrito-porisma-toy-nsk-gia-tis-germanikes-apozimioseis
και
http://www.cnn.gr/news/ellada/story/1813/poia-einai-i-desmeytiki-gia-ta-meri-dikaiodotiki-krisi
«Η Ελληνική Δημοκρατία διατηρεί το δικαίωμα να διεκδικήσει από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας την πλήρη ικανοποίηση όλων των δημοσίων αξιώσεων, αλλά και των αξιώσεων Ελλήνων υπηκόων που πηγάζουν από τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους» καταλήγει το Απόρρητο Πόρισμα Ομάδας Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έφερε στη δημοσίευσε κατ΄ αποκλειστικότητα, το cnn.gr και αναδημοσιεύουμε.
Στην ογκώδη έκθεση που ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2014, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους εισηγείται ότι αν η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί τη δυναμικότερη προώθηση των διεκδικήσεων της, θα πρέπει να προσκαλέσει μέσω της διπλωματικής οδού την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σε διαπραγματεύσεις.
Σε περίπτωση που η Γερμανία αρνηθεί να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις ή σε περίπτωση που οι δύο χώρες αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία, τότε η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει απευθείας «σε δεσμευτική για τα μέρη δικαιοδοτική κρίση», παρακάμπτοντας το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Η άποψη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους είναι ότι η Ελλάδα θα πρέπει να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και άμεσα.
Το Διαιτητικό Δικαστήριο της Συμφωνίας του Λονδίνου ιδρύεται βάσει του άρθρου 28 αυτής και έχει αποκλειστική δικαιοδοσία για διαφορές που προκύπτουν σε ζητήματα ερμηνείας ή εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης του οποίου η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται μετά από ειδική δήλωση κάθε χώρας στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ δεν μπορεί να αγνοηθεί από την Γερμανία καθώς έχει αποδεχθεί την δικαιοδοσία του.
Η Ελλάδα έχει καταθέσει τη συγκεκριμένη δήλωση από το 1994,ενώ η Γερμανία μόλις το 2008, όμως το έκανε και τώρα δεν μπορεί να κάνει πίσω.
Το ερώτημα είναι αν το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει δικαιοδοσία για ζητήματα που προέκυψαν πριν την κατάθεση της συγκεκριμένης δήλωσης.
Το Πόρισμα επιχειρηματολογεί ότι η Ελλάδα μπορεί να στοιχειοθετήσει νομικά το γεγονός εξέτασης των διαφορών με τη Γερμανία από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αρκεί να προηγηθεί άρνηση της Γερμανικής πλευράς να διαπραγματευτεί τη ρύθμιση των Ελληνικών απαιτήσεων μετά από νεώτερη επίσημη ανακίνηση του ζητήματος από την Ελληνική πλευρά.
Δηλαδή επανεκινούμε το ζήτημα για μια ακόμα φορά ώστε να είναι πιο νέο από την Γερμανική αναγνώριση του Δικαστηρίου το 2008.
Στη σελίδα 94 του Πορίσματος, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αναφέρει ότι προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη:
1. Η προς επίλυση διαφορά πρέπει να αφορά γεγονότα και καταστάσεις που έχουν λάβει χώρα πριν την 1-05-2008
2. Η προς επίλυση διαφορά δεν μπορεί να θέτει ζήτημα που άπτεται της ερμηνείας ή της εφαρμογής της Συμφωνίας του Λονδίνου.
3. Η προς επίλυση διαφορά θα πρέπει να συνδέεται με παραβίαση ή άλλο ζήτημα του δημοσίου διεθνούς δικαίου.
Το Απόρρητο Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, βρίσκεται ήδη στα χέρια των αρμόδιων υπουργείων προκειμένου να αξιοποιηθεί.
Στα ίδια χέρια βρίσκεται και η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τον «Προσδιορισμό Αξιώσεων από τις Γερμανικές Επανορθώσεις και το Κατοχικό Δάνειο» η οποία εκτιμά τις συνολικές απαιτήσεις στο ποσό των 341 δισ. ευρώ.
Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται απαιτήσεις από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ύψους 9 δισ. ευρώ, το κατοχικό δάνειο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ύψους περίπου 10.34 δισ. ευρώ, αλλά και οι υπόλοιπες αξιώσεις από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που φτάνουν, σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, στα 341.203 δισεκατομμύρια ευρώ!
Η Ομάδα Εργασίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, συγκροτήθηκε μετά την πρώτη Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους τον Μάρτιο του 2013, προκειμένου να προβεί σε «ειδική νομική μελέτη, επεξεργασία και τεκμηρίωση της υπόθεσης των Γερμανικών Αποζημιώσεων (κατοχικό δάνειο, πολεμικές επανορθώσεις και ατομικές αποζημιώσεις)», αλλά και να υποβάλει πόρισμα για «την πορεία και τον αποτελεσματικότερο και επωφελέστερο για τα συμφέροντα της Χώρας νομικό χειρισμό».
Στο πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους εξετάζεται ενδελεχώς, τόσο το ιστορικό της υπόθεσης, όσο και το θεσμικό πλαίσιο των Διεθνών Συμβάσεων πάνω στις οποίες εδράζεται το ζήτημα των Ελληνικών αξιώσεων.
Σημαντικότερες εξ αυτών είναι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 «Περί Εξωτερικών Γερμανικών Χρεών», η οποία προβλέπει το διακανονισμό των Γερμανικών εξωτερικών χρεών, αλλά και η Συνθήκη της Μόσχας του 1990 (Συνθήκη 2+4) για τον Οριστικό Διακανονισμό σε σχέση με τη Γερμανία στην οποία δεν μετέχει η Ελλάδα και υπογράφεται μόνο μεταξύ της ενωμένης, πλέον, Γερμανίας και των τεσσάρων δυνάμεων κατοχής (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία). (Παράγραφοι Πορίσματος 12-15).
Επιπλέον, το Πόρισμα εξετάζει και τις διμερείς Συμβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας.
Πρόκειται γα τη Σύμβαση της Βόννης του 1960, τη Σύμβαση της Βόννης του 1961 και τη Συμφωνία της Αθήνας του 1974.
Οι τρεις αυτές διμερείς συμφωνίες καθορίζουν τον διακανονισμό των Ελληνικών αξιώσεων και περιλαμβάνουν την αποζημίωση οικείων των φονευθέντων από το ναζιστικό καθεστώς, την αποζημίωση για αφαιρεθέντα καπνά κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και τις αποζημιώσεις για αποφάσεις που εκδόθηκαν υπέρ Ελλήνων υπηκόων, που υπέστησαν ζημιές, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το συνολικό ποσό, όπως προκύπτει από τις τρεις αυτές Συμβάσεις, πλησιάζει τα 52 εκατομμύρια Γερμανικά μάρκα.
Τελευταία φορά που η Ελλάδα προέβη σε διπλωματική κίνηση διεκδίκησης των οφειλομένων από την Γερμανία ήταν τον Νοέμβριο του 1995 με τη ρηματική διακοίνωση του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Βόννη, κ. Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη, με την οποία ζητούσε την έναρξη διμερών συνομιλιών προκειμένου να ρυθμιστούν τα εκκρεμή ζητήματα του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη ρηματική διακοίνωση η Γερμανική πλευρά απάντησε αρνητικά με ένα απλό ανακοινωθέν.
Σύμφωνα με το Πόρισμα, η αρνητική στάση των Γερμανικών αρχών στηρίζεται στην άποψη ότι «η Συνθήκη της Μόσχας δεσμεύει και την Ελλάδα και στην εκ τούτου συνέπεια ότι, εφόσον η Συνθήκη αυτή σιωπά ως προς τις επανορθώσεις, η σιωπή αυτή ισοδυναμεί με την οριστική του επίλυση, άποψη σύμφωνη με τη Γερμανική θεωρία και νομολογία».
Το συγκεκριμένο θέμα φαίνεται να απασχολεί τους νομικούς κύκλους. Το ζήτημα που ανακύπτει είναι αν από τη «Συνθήκη 2+4» προκύπτει νομική επίπτωση σε κράτη που δεν την υπέγραψαν, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, όπως αναφέρει στις σελίδες 65-70 του πορίσματός του, θεωρεί «εσφαλμένη» την άποψη αυτή, καθώς θεωρεί ότι «σύμφωνα με τους Κανόνες του Δημόσιου Διεθνούς Δικαίου οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις που συμμετείχαν σε αυτήν δεν μπορούν να δεσμεύουν τα κράτη που έχουν απαιτήσεις εναντίον της Γερμανίας».
Καταλήγει, έτσι, στο συμπέρασμα ότι η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 εξακολουθεί να δεσμεύει τη Γερμανία και ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις της Ελλάδας παραμένουν «ισχυρές και σε εκκρεμότητα».
Το Πόρισμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους όπως και αυτό του Γενικού Λογιστηρίου βρίσκεται εδώ και καιρό στα χέρια των αρμοδίων.
Όπως γίνεται, όμως αντιληπτό, η διεκδίκηση των Ελληνικών αξιώσεων από τη Γερμανία δεν έχει μόνο νομική πτυχή.
Είναι ένα κυρίως πολιτικό ζήτημα και ο χειρισμός του προϋποθέτει μελετημένες και προσεχτικές κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα.
Στο πολιτικό επίπεδο έχει πρόσφατα καταγραφεί μία εξέλιξη της οποίας απομένει να αποδειχθεί η κρισιμότητά της.
Το Ευρωκοινοβούλιο έκανε αποδεκτή την Αναφορά της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ) για τις Γερμανικές αποζημιώσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία καλείται ενώπιον της Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου προκειμένου να εκθέσει τις θέσεις της σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τις πολεμικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων του Διστόμου και τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων που δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς και στο Νταχάου αλλά και την επιστροφή των λεηλατηθέντων από τους ναζί αρχαιολογικών θησαυρών.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, τον περασμένο Σεπτέμβριο μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στα Ανώγεια της Κρήτης, δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα διεκδικήσει όσα δικαιούται.
Το Ευρωκοινοβούλιο έκανε αποδεκτή την Αναφορά της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ) για τις Γερμανικές αποζημιώσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία καλείται ενώπιον της Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου προκειμένου να εκθέσει τις θέσεις της σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν τις πολεμικές επανορθώσεις, το κατοχικό δάνειο, τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων του Διστόμου και τις αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων που δολοφονήθηκαν στο Άουσβιτς και στο Νταχάου αλλά και την επιστροφή των λεηλατηθέντων από τους ναζί αρχαιολογικών θησαυρών.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, τον περασμένο Σεπτέμβριο μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στα Ανώγεια της Κρήτης, δεσμεύτηκε ότι η Ελλάδα θα διεκδικήσει όσα δικαιούται.
Δείτε το βίντεο:
Έχει η κυβέρνηση το θάρρος να προχωρήσει στην διεκδίκηση;
Πηγές:
http://www.cnn.gr/news/ellada/story/1801/to-aporrito-porisma-toy-nsk-gia-tis-germanikes-apozimioseis
και
http://www.cnn.gr/news/ellada/story/1813/poia-einai-i-desmeytiki-gia-ta-meri-dikaiodotiki-krisi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου