Η Ελληνική Ορθόδοξη μειονότητα της Τουρκίας βρίσκεται πριν την εξαφάνιση, καθώς ο πληθυσμός της έχει μειωθεί σε μόλις 1500 άτομα, κυρίως ηλικιωμένους. Έναν αιώνα πριν, η Ελληνική Ορθόδοξη μειονότητα / κοινότητα στην Τουρκία αριθμούσε τουλάχιστον 1,4 εκατομμύρια ανθρώπους.
Του Abdullah Bozkurt για του Nordic Monitor
Μετάφραση CosmoStatus
Η μείωση της πληθυσμού οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως ο αναγκαστικός επαναπατρισμός, η δήμευση περιουσιών, η συνεχής καταπίεση,
οι διακρίσεις, το φακέλωμα, οι συκοφαντίες και οι εντάσεις επί δεκαετίες μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας.
Το καμπανάκι του κινδύνου για την ταχεία μείωση του πληθυσμού της Ελληνικής Ορθόδοξης μειονότητας στην Τουρκία σήμανε μέσω εγγράφου που κυκλοφόρησε στον ΟΗΕ τον Ιανουάριο.
«Αυτή η τεράστια πληθυσμιακή διάβρωση συνέβη επειδή οι κυβερνήσεις της Τουρκίας κατά την περίοδο 1923-2003, ακολούθησαν μια συστηματική πολιτική με αυστηρά μέτρα διακρίσεων με σκοπό να εξαναγκάσουν τον εκπατρισμό των μελών της (ελληνορθόδοξης) μειονότητας» αναφέρεται στο έγγραφο.
Το έγγραφο που ετοιμάστηκε από την Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών, μια μη κυβερνητική οργάνωση με ειδικό συμβουλευτικό καθεστώς στον ΟΗΕ, αποκαλύπτει τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελληνική μειονότητα στην Τουρκία.
Στην έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ το 2022 για τις θρησκευτικές ελευθερίες ανά τον κόσμο, υπολογίστηκε ότι λιγότεροι από 2500 Ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί ζουν στην Τουρκία. Οποιοσδήποτε και αν είναι ο πραγματικός πληθυσμός, ένα είναι σίγουρο: η Ελληνική Ορθόδοξη κοινότητα μειώνεται γοργά στην μουσουλμανική Τουρκία και βρίσκεται αντιμέτωπη με τον αφανισμό.
Το πιο σημαντικό χτύπημα για την Ελληνική μειονότητα ήταν η ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 με την Συνθήκη της Λωζάννης, που είχε ως αποτέλεσμα περίπου 1,2 εκατομμύρια Χριστιανοί Ορθόδοξοι να φύγουν από την Τουρκία και περίπου 400.000 μουσουλμάνοι να φύγουν από την Ελλάδα.
Σύμφωνα με την Συνθήκη, εξαιρούνταν από την ανταλλαγή οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και των νησιών Ίμβρος και Τένεδος, που αριθμούσαν συνολικά 135.000 άτομα.
Σύμφωνα με το έγγραφο, οι Τουρκικές κυβερνήσεις, είτε ανοιχτά είτε μυστικά, άσκησαν πιέσεις στην μειονότητα, ενώ ασκήθηκε ακόμη και βία ή καταναγκαστική εργασία, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο Ελληνικός πληθυσμός σε περίπου 1500 άτομα σήμερα.
Τον Ιούνιο του 1932 η Τουρκική κυβέρνηση απαγόρευσε πάνω από 20 επαγγέλματα μελών της ελληνορθόδοξης κοινότητας που είχαν Ελληνική υπηκοότητα, με αποτέλεσμα τον εκπατρισμό 12.000 μελών από την Τουρκία. Τον Μάρτιο του 1964 η Τουρκία χαρακτήρισε 12.500 μέλη της κοινότητας ως «επιβλαβή στοιχεία» και άρχισε να δημεύει τις περιουσίες τους. Αυτή η διαδικασία είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση περίπου 60.000 ελληνορθοδόξων από την Τουρκία. Μέχρι τα τέλη του εικοστού αιώνα, ο πληθυσμός της κοινότητας είχε μειωθεί στα 5.000 άτομα.
Το έγγραφο απαριθμεί ορισμένα από τα κατασταλτικά μέτρα που στόχευαν συγκεκριμένα μέλη της μη μουσουλμανικής κοινότητας στην Τουρκία. Για παράδειγμα, τον Μάιο του 1941 η κυβέρνηση στρατολόγησε όλα τα μέλη των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων ηλικίας 18-45 ετών, επικαλούμενη τον κίνδυνο πιθανής επίθεσης από τη ναζιστική Γερμανία, της οποίας ο στρατός είχε φτάσει στα ευρωπαϊκά σύνορα της Τουρκίας. Αυτοί οι στρατευμένοι μη μουσουλμάνοι απασχολούνταν σε υλικοτεχνική υποστήριξη, όπως κατασκευαστικά έργα και κατασκευή δημόσιων πάρκων, αντί να εκπαιδεύονται στα όπλα.
Αν και η κυβέρνηση ανέφερε τον κίνδυνο του πολέμου ως τον λόγο για τη στρατολόγηση, υπήρξαν εικασίες ότι ο πραγματικός στόχος της ήταν να υπονομεύσει τον οικονομικό πλούτο των μη μουσουλμάνων, στερώντας από τους άνδρες να κερδίζουν χρήματα από το εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Τελικά, οι στρατευμένοι αυτοί άνδρες απολύθηκαν μετά από 18 μήνες.
Τον Νοέμβριο του 1942, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, το Τουρκικό κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο περί φόρου περιουσίας, που απαιτούσε από όλους τους πολίτες να πληρώνουν φόρο κεφαλαίου για να επιδοτήσουν την οικονομία και να καλύψουν το αυξημένο κόστος του στρατού, το οποίο είχε αυξηθεί σε περίπου 2 εκατομμύρια στρατιώτες. Όσοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν, στέλνονταν σε στρατόπεδα εργασίας. Το μέτρο επηρέασε δυσανάλογα τους μη μουσουλμάνους στην Τουρκία, με αποτέλεσμα την εξάντληση της περιουσίας τους, προτού καταργηθεί δύο χρόνια αργότερα.
Σημείωση CosmoStatus: η Τουρκία δεν έλαβε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς κατάφερε να παραμείνει ουδέτερη.
Ένα από τα πιο καταστροφικά περιστατικά που έπληξαν την ελληνορθόδοξη μειονότητα ήταν οι αστικές ταραχές (σ.σ. πογκρόμ) του 1955, που πιστεύεται ότι πυροδοτήθηκαν από κυβερνητικούς προβοκάτορες εν μέσω αναφορών για την (σ.σ. δήθεν) βομβιστική επίθεση στο Τουρκικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη, που στεγάζεται στο σπίτι που γεννήθηκε το 1881 ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.
Η οργή του όχλου για το περιστατικό που (σ.σ. υποτίθεται) είχε ως στόχο το σπίτι του ιδρυτή της Τουρκίας στην Ελλάδα, στράφηκε στην Ελληνική μειονότητα της Τουρκίας, με αποτέλεσμα λεηλασίες, βανδαλισμούς, ακόμη και δολοφονίες. Το πογκρόμ, όπως μερικές φορές αναφέρεται το γεγονός, επιτάχυνε την αποχώρηση της Ελληνικής μειονότητας από την Τουρκία. Υπολογίζεται ότι 50.000 μέλη της μειονότητας εγκατέλειψαν την Τουρκία μετά τις επιθέσεις.
Το 1962 με διάταγμα του πρωθυπουργού ιδρύθηκε μια μυστική επιτροπή που ορίστηκε ειδικά για τις υποθέσεις των μειονοτήτων στην Τουρκία με το όνομα Azınlıklar Tali Komisyonu (ATK). Τα μέλη της προέρχονταν από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΜΙΤ), το Γραφείο του Αρχηγού του Επιτελείου, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας και το Υπουργείο Εξωτερικών.
Το έργο της ATK ήταν κομβικό για την καταστολή της ελληνορθόδοξης κοινότητας μετά τις μάχες μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων το 1964. Η κοινότητα υπέφερε από τα μέτρα της ATK, όπως ήταν το κλείσιμο σχολείων, η κατάσχεση περιουσιών και περιουσιακών στοιχείων, οι αναγκαστικές απελάσεις και τα μποϊκοτάζ.
Η ATK καταργήθηκε το 2004 όταν η Τουρκία ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις για να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 2008, ορισμένες από τις κατασχεθείσες περιουσίες επιστράφηκαν στις μειονότητες. Ωστόσο, σύμφωνα με το έγγραφο που υποβλήθηκε στον ΟΗΕ, το ποσοστό επιστροφής παρέμεινε στο 25%.
Το έγγραφο του ΟΗΕ αναφέρει ότι παρά τις κάποιες θετικές αλλαγές, το κύριο ζήτημα της συρρίκνωσης του πληθυσμού που επηρεάζει την ελληνορθόδοξη κοινότητα παραμένει άλυτο. Αναφέρεται ότι η πρόταση που έγινε από την Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών το 2010, για τον επαναπατρισμό μελών της νεότερης γενιάς της ομογενειακής κοινότητας, είναι ο μόνος τρόπος για να λυθεί το πρόβλημα.
Μέχρι στιγμής η Τουρκία δεν έχει αποδεχτεί την πρόταση, αλλά το 2011 υιοθέτησε ένα μέτρο για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με την παροχή υπηκοότητας σε ξένους αρχιερείς. Η Τουρκία επιτρέπει μόνο στους Τούρκους πολίτες να ψηφίζουν στην Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου, η οποία διαχειρίζεται τις υποθέσεις του Πατριαρχείου, ή να εκλέγονται πατριάρχες. Η δεξαμενή των πιθανών μελλοντικών πατριαρχών με τουρκική υπηκοότητα έχει συρρικνωθεί δραστικά, παράλληλα με τη μείωση του πληθυσμού της ελληνορθόδοξης κοινότητας στην Τουρκία.
Η Τουρκική κυβέρνηση συνεχίζει επίσης να απορρίπτει το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου Α' ως ηγέτη των περίπου 300 εκατομμυρίων Ορθοδόξων Χριστιανών στον κόσμο. Δεν παραχωρεί νομική αναγνώριση στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο αναγκάζεται να λειτουργεί ως συγκρότημα μεμονωμένων θρησκευτικών ιδρυμάτων.
Σύμφωνα με την επίσημη θέση της Τουρκικής κυβέρνησης, ο Πατριάρχης θεωρείται ο θρησκευτικός ηγέτης αποκλειστικά της ελληνορθόδοξης μειονότητας της χώρας και όχι ο ηγέτης της δεύτερης μεγαλύτερης ομάδας εκκλησιών του Χριστιανισμού παγκοσμίως. Παρά τον ρόλο του Πατριαρχείου στον διορισμό μητροπολιτών και επισκόπων σε όλο τον κόσμο, από τον Καναδά έως τη Νέα Ζηλανδία, ενεργώντας ως συντονιστικό κέντρο για την επίλυση εσωτερικών προβλημάτων μεταξύ κληρικών και εκκλησιών και την έκδοση οδηγιών, η Τουρκική κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την εξουσία του.
Τα τελευταία χρόνια, η αρνητική εκστρατεία κατά του Πατριαρχείου έχει αποκτήσει και πάλι δυναμική. Σε έγγραφο που εκδόθηκε από το Γραφείο του Περιφερειακού Διοικητή Φατίχ στις 15 Αυγούστου 2022, η χρήση του τίτλου «Οικουμενικός» από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο κρίθηκε παράνομη. Στο έγγραφο τονίζεται ότι βάσει του νόμου, το Ελληνικό Πατριαρχείο του Φαναρίου είναι απλώς ένα θρησκευτικό ίδρυμα που υπάγεται στον περιφερειάρχη Φατίχ στην επαρχία της Κωνσταντινούπολης. Το έγγραφο επικαλείται απόφαση του Ανώτατου Εφετείου του 2007 που απέρριψε τον Οικουμενικό τίτλο και τον έκρινε παράνομο.
Το έγγραφο εκδόθηκε αφού ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, αρχηγός του Εθνικιστικού Κόμματος (MHP) και σύμμαχος του Προέδρου Ερντογάν, καταδίκασε τη χρήση του τίτλου «Οικουμενικός» στη φανέλα της ποδοσφαιρικής ομάδας Trabzonspor που δόθηκε ως δώρο στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο στην επαρχία της Τραπεζούντας. Αυτό συνέβη όταν ο Βαρθολομαίος επισκέφτηκε το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά του 4ου αιώνα στην Τραπεζούντα, για να τελέσει μια θρησκευτική τελετή.
Οι νεοεθνικιστές, επίσης σύμμαχοι της κυβέρνησης του Ερντογάν από το 2014, είναι μια άλλη ομάδα που ηγείται εκστρατειών κατά της ελληνορθόδοξης μειονότητας. Αυτή η ομάδα είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε εκστρατείες παραπληροφόρησης που στοχεύουν το Πατριαρχείο, χρησιμοποιώντας τα μέσα ενημέρωσης που ελέγχει. Πρόσωπα από την ομάδα αυτή εμφανίζονται συχνά σε φιλοκυβερνητικά δίκτυα για να επικρίνουν το πατριαρχείο.
Τα τελευταία χρόνια, κάποιοι από τους κορυφαίους νεοεθνικιστές έχουν υποβάλει μηνύσεις κατά του Πατριαρχείου, αναφέροντας τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και άλλα μέλη της εκκλησίας, ως υπόπτους διάπραξης εγκλημάτων κατά του Τουρκικού Συντάγματος.
Ένας από αυτούς είναι ο απόστρατος ναύαρχος Cihat Yaycı, πρώην σύμβουλος του Προέδρου Ερντογάν, που τον Σεπτέμβριο του 2023 υπέβαλε μήνυση κατά του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Ελληνορθόδοξου Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου. Ο Βαρθολομαίος και ο Ελπιδοφόρος κατηγορήθηκαν για υπονόμευση της ενότητας και της ακεραιότητας της Τουρκικής Δημοκρατίας, έγκλημα που τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη.
Σημείωση CosmoStatus: ο Cihat Yaycı είναι ο εμπνευστής του δόγματος της Γαλάζιας Πατρίδας.
Το Ανεξάρτητο Τουρκικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο (Bağımsız Türk Ortodoks Patrikhanesi), ένα ψευτοπατριαρχείο που συνδέεται με τις Τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και διευθύνεται από τη νεοεθνικιστική ομάδα στην Τουρκία, είναι ένας άλλος παράγοντας που οδηγεί την εκστρατεία κατά του Πατριαρχείου στην Τουρκία.
Ο Sevgi Erenerol, ο αυτοαποκαλούμενος υπεύθυνος μέσων ενημέρωσης και δημοσίων σχέσεων του ψευτοπατριαρχείου, υπέβαλε μήνυση κατά του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και των 12 μελών της Συνόδου που αποφάσισαν να αναγνωρίσουν την Ουκρανική Εκκλησία το 2019. Περιγράφοντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως αυτονομιστικό και διχαστικό, στη μήνυση κατηγορείται ο Βαρθολομαίος ότι έγινε εργαλείο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τόσο ο Erenerol όσο και ο Yaycı, μαζί με δεκάδες νεοεθνικιστές, διώχθηκαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν για πολλαπλές εγκληματικές παραβιάσεις, συμπεριλαμβανομένων σχεδίων δολοφονίας μελών της ελληνορθόδοξης κοινότητας και του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Ωστόσο, αφέθηκαν ελεύθεροι μετά την παρέμβαση στο δικαστήριο της κυβέρνησης Ερντογάν, ενώ ξεπλύθηκαν και οι εγκληματικές τους δραστηριότητες.
Η πίεση στην ελληνορθόδοξη κοινότητα της Τουρκίας δεν φαίνεται να αμβλύνεται σύντομα, δεδομένης της πολιτικής δυναμικής στην Τουρκία και της στενής συμμαχίας της ισλαμιστικής κυβέρνησης Ερντογάν με τις εθνικιστικές και νεοεθνικιστικές ομάδες.
Αναπαραγωγή του άρθρου μπορεί να γίνει μόνο με ευδιάκριτη αναφορά στην πηγή CosmoStatus και χρήση live link
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου