Οι δανειστές ζητούν να καταργηθούν συντάξεις και παροχές στους ασφαλισμένους μετά από εργατικό ατύχημα και τον ρόλο του κράτους να καλύπτουν ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Βόμβα στα θεμέλια του κοινωνικού κράτους βάζουν οι δανειστές, ζητώντας επιτακτικά την εδραίωση της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της εφημερίδας Real News, υπό την απειλή της μη ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της καταβολής της δόσης των 7,5 δισ. ευρώ, το κουαρτέτο μέσω της αποστολής 20σέλιδου υπομνήματος προς την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης επιβάλλει τα ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, απαιτώντας από το κράτος να πάψει να καταβάλλει εκείνο σύνταξη αναπηρίας σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος του ασφαλισμένου ή σύνταξη λόγω θανάτου στα μέλη της οικογένειάς του.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, μέσω του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει στην κατάργηση του άρθρου, καθώς η ένταξη ιδιωτικών εταιρειών θα οδηγήσει σε σταδιακή μετατροπή του κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος.
Οι δανειστές ζητούν την απόσυρση του άρθρου 31 του νέου νόμου, που προβλέπει ότι σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος το κράτος θα καταβάλλει στον ασφαλισμένο σύνταξη που θα ισούται τουλάχιστον με το διπλάσιο της εθνικής σύνταξης για την ασφάλιση 20 ετών, δηλαδή 768 ευρώ.
Συγκεκριμένα, οι δανειστές αναφέρουν ότι έχουν ταχθεί κατά του συγκεκριμένου άρθρου, επισημαίνοντας ότι η κοινωνική ασφάλιση που παρέχει το κράτος δεν θα πρέπει να επιβαρύνεται σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος και ότι, όπως έχουν επισημάνει πολλάκις, θα έπρεπε όλοι οι εργαζόμενοι να καλύπτονται ήδη υποχρεωτικά από ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια. «Το άρθρο πρέπει να ανακληθεί», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Το άρθρο 31 ρυθμίζει, με ενιαίο πλέον τρόπο, τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας και σύνταξης λόγω θανάτου, όταν η αναπηρία και ο θάνατος αντίστοιχα οφείλονται σε εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση, χωρίς προϋποθέσεις χρόνου ασφάλισης. Προβλέπεται, δε, ρητά ότι με εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση εξομοιώνονται και οι επαγγελματικές ασθένειες.
«Σε καμία περίπτωση το ποσό της σύνταξης του δικαιούχου δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο διπλάσιο ποσό της εθνικής σύνταξης, για 20 έτη ασφάλισης, στο ύψος που εκάστοτε διαμορφώνεται», αναφέρει ο νόμος.
Ακόμη θεσπίζονται ευνοϊκότερες προϋποθέσεις και για τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας και σύνταξης λόγω θανάτου, όταν η αναπηρία και ο θάνατος αντίστοιχα οφείλονται σε ατύχημα εκτός εργασίας ή απασχόλησης.
Σημειώνεται ότι στον νόμο Κατρούγκαλου δεν υπάρχουν διατάξεις ανάπτυξης του δεύτερου πυλώνα ασφάλισης (επαγγελματικά ταμεία) και τρίτου πυλώνα ασφάλισης (ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια), γεγονός που οι δανειστές ζητούν επιτακτικά ήδη από την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου.
Στην επισήμανση του κουαρτέτου δεν υπάρχουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς θα μπορούσε να επιβληθούν ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, αλλά και ποιον θα επιβαρύνουν, εργοδότη ή εργαζόμενο. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δανειστές προτείνουν στην Ελλάδα να εφαρμόσει μεθόδους που υπάρχουν στη Μεγάλη Βρετανία, την Ολλανδία, αλλά και την Κύπρο.
Την ίδια στιγμή που οι δανειστές ζητούν να μην καλύπτεται ο κίνδυνος ατυχήματος από το δημόσιο σύστημα, τα εργατικά ατυχήματα στη χώρα πολλαπλασιάζονται και οι έλεγχοι για την εφαρμογή της νομοθεσίας αποδεικνύονται ελλιπείς.
Σύμφωνα με στοιχεία, κάθε χρόνο γίνονται περίπου 5.500 ατυχήματα, εκ των οποίων πάνω από 50 θανατηφόρα. Όμως εκτός από το κοινωνικό πρόσημο του κράτους, που οι δανειστές θέλουν να εξαλειφθεί, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα το μη μισθολογικό κόστος είναι υψηλό. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, υψηλότερες εισφορές σε σχέση με την Ελλάδα ως ποσοστό των μισθών έχουν μόλις 3 χώρες στον ΟΟΣΑ.
Σχόλιο:
Εδώ και 15 χρόνια, με αφορμή τις υψηλότατες εισφορές προς τα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία και τις χαμηλού επιπέδου νοσοκομειακές προσφορές, πολλοί ήταν αυτοί που ζητούσαν να μην είναι υποχρεωτική η ασφάλιση π.χ. στο ΙΚΑ ή στο ΤΕΒΕ, αλλά να είναι υποχρεωτική η ασφάλιση είτε σε δημόσιο φορέα, είτε σε κάποια εγκεκριμένη ιδιωτική εταιρεία.
Η πιστοποίηση πως ο εργαζόμενος θα είναι ασφαλισμένος σε πρόγραμμα συνταξιοδοτικό, νοσοκομειακό και φαρμακευτικό, θα γινόταν μέσω της ετήσιας φορολογικής του δήλωσης. Σε περίπτωση μη ασφάλισης, τότε υποχρεωτικά θα έπρεπε να ασφαλιστεί για 3 ως 5 χρόνια στο ανάλογο δημόσιο ταμείο.
Σήμερα, που οι σύνταξη μετά από 40 έτη εργασίας (και όχι απασχόλησης όπως μας διαφημίζουν εδώ και 20 χρόνια εκ του πονηρού) που τείνει να γίνει επίδομα της τάξης των 350 ευρώ το μήνα, με τα κρατικά νοσοκομεία να αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα στην παροχή της πρέπουσας περίθαλψης στον ασφαλισμένο, επανέρχεται το θέμα της ιδιωτικής ασφάλειας.
Μήπως θα έπρεπε να δίνεται η δυνατότητα της αποκλειστικά ιδιωτικής ασφάλειας στους εργαζόμενους; Σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ανάλογα με το πόσα χρήματα έχει επενδύσει ο εργαζόμενος, μέσω της εγκεκριμένης από το κράτος ασφαλιστικής εταιρείας.
Τα χρήματα των εργοδοτικών εισφορών και της συμμετοχής του εργαζόμενου, να δίνονται στον εργαζόμενο και ας αποφασίσει εκείνος σε ποιον ασφαλιστικό φορέα θα ασφαλιστεί. Υποχρεωτικά, θα φαίνεται στην φορολογική του δήλωση. Έτσι, θα αποκτά περισσότερα χρήματα στον τραπεζικό του λογαριασμό κάθε μήνα και σίγουρα θα επενδύει λιγότερα χρήματα στην ιδιωτική ασφάλεια, ενώ θα απολαμβάνει καλύτερες παροχές.
Βόμβα στα θεμέλια του κοινωνικού κράτους βάζουν οι δανειστές, ζητώντας επιτακτικά την εδραίωση της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της εφημερίδας Real News, υπό την απειλή της μη ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της καταβολής της δόσης των 7,5 δισ. ευρώ, το κουαρτέτο μέσω της αποστολής 20σέλιδου υπομνήματος προς την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης επιβάλλει τα ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, απαιτώντας από το κράτος να πάψει να καταβάλλει εκείνο σύνταξη αναπηρίας σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος του ασφαλισμένου ή σύνταξη λόγω θανάτου στα μέλη της οικογένειάς του.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, μέσω του υπουργού Εργασίας Γιώργου Κατρούγκαλου, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει στην κατάργηση του άρθρου, καθώς η ένταξη ιδιωτικών εταιρειών θα οδηγήσει σε σταδιακή μετατροπή του κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος.
Οι δανειστές ζητούν την απόσυρση του άρθρου 31 του νέου νόμου, που προβλέπει ότι σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος το κράτος θα καταβάλλει στον ασφαλισμένο σύνταξη που θα ισούται τουλάχιστον με το διπλάσιο της εθνικής σύνταξης για την ασφάλιση 20 ετών, δηλαδή 768 ευρώ.
Συγκεκριμένα, οι δανειστές αναφέρουν ότι έχουν ταχθεί κατά του συγκεκριμένου άρθρου, επισημαίνοντας ότι η κοινωνική ασφάλιση που παρέχει το κράτος δεν θα πρέπει να επιβαρύνεται σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος και ότι, όπως έχουν επισημάνει πολλάκις, θα έπρεπε όλοι οι εργαζόμενοι να καλύπτονται ήδη υποχρεωτικά από ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια. «Το άρθρο πρέπει να ανακληθεί», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Το άρθρο 31 ρυθμίζει, με ενιαίο πλέον τρόπο, τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας και σύνταξης λόγω θανάτου, όταν η αναπηρία και ο θάνατος αντίστοιχα οφείλονται σε εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση, χωρίς προϋποθέσεις χρόνου ασφάλισης. Προβλέπεται, δε, ρητά ότι με εργατικό ατύχημα ή ατύχημα κατά την απασχόληση εξομοιώνονται και οι επαγγελματικές ασθένειες.
«Σε καμία περίπτωση το ποσό της σύνταξης του δικαιούχου δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο διπλάσιο ποσό της εθνικής σύνταξης, για 20 έτη ασφάλισης, στο ύψος που εκάστοτε διαμορφώνεται», αναφέρει ο νόμος.
Ακόμη θεσπίζονται ευνοϊκότερες προϋποθέσεις και για τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας και σύνταξης λόγω θανάτου, όταν η αναπηρία και ο θάνατος αντίστοιχα οφείλονται σε ατύχημα εκτός εργασίας ή απασχόλησης.
Σημειώνεται ότι στον νόμο Κατρούγκαλου δεν υπάρχουν διατάξεις ανάπτυξης του δεύτερου πυλώνα ασφάλισης (επαγγελματικά ταμεία) και τρίτου πυλώνα ασφάλισης (ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια), γεγονός που οι δανειστές ζητούν επιτακτικά ήδη από την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου.
Στην επισήμανση του κουαρτέτου δεν υπάρχουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς θα μπορούσε να επιβληθούν ιδιωτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια, αλλά και ποιον θα επιβαρύνουν, εργοδότη ή εργαζόμενο. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δανειστές προτείνουν στην Ελλάδα να εφαρμόσει μεθόδους που υπάρχουν στη Μεγάλη Βρετανία, την Ολλανδία, αλλά και την Κύπρο.
Την ίδια στιγμή που οι δανειστές ζητούν να μην καλύπτεται ο κίνδυνος ατυχήματος από το δημόσιο σύστημα, τα εργατικά ατυχήματα στη χώρα πολλαπλασιάζονται και οι έλεγχοι για την εφαρμογή της νομοθεσίας αποδεικνύονται ελλιπείς.
Σύμφωνα με στοιχεία, κάθε χρόνο γίνονται περίπου 5.500 ατυχήματα, εκ των οποίων πάνω από 50 θανατηφόρα. Όμως εκτός από το κοινωνικό πρόσημο του κράτους, που οι δανειστές θέλουν να εξαλειφθεί, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα το μη μισθολογικό κόστος είναι υψηλό. Σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, υψηλότερες εισφορές σε σχέση με την Ελλάδα ως ποσοστό των μισθών έχουν μόλις 3 χώρες στον ΟΟΣΑ.
Σχόλιο:
Εδώ και 15 χρόνια, με αφορμή τις υψηλότατες εισφορές προς τα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία και τις χαμηλού επιπέδου νοσοκομειακές προσφορές, πολλοί ήταν αυτοί που ζητούσαν να μην είναι υποχρεωτική η ασφάλιση π.χ. στο ΙΚΑ ή στο ΤΕΒΕ, αλλά να είναι υποχρεωτική η ασφάλιση είτε σε δημόσιο φορέα, είτε σε κάποια εγκεκριμένη ιδιωτική εταιρεία.
Η πιστοποίηση πως ο εργαζόμενος θα είναι ασφαλισμένος σε πρόγραμμα συνταξιοδοτικό, νοσοκομειακό και φαρμακευτικό, θα γινόταν μέσω της ετήσιας φορολογικής του δήλωσης. Σε περίπτωση μη ασφάλισης, τότε υποχρεωτικά θα έπρεπε να ασφαλιστεί για 3 ως 5 χρόνια στο ανάλογο δημόσιο ταμείο.
Σήμερα, που οι σύνταξη μετά από 40 έτη εργασίας (και όχι απασχόλησης όπως μας διαφημίζουν εδώ και 20 χρόνια εκ του πονηρού) που τείνει να γίνει επίδομα της τάξης των 350 ευρώ το μήνα, με τα κρατικά νοσοκομεία να αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα στην παροχή της πρέπουσας περίθαλψης στον ασφαλισμένο, επανέρχεται το θέμα της ιδιωτικής ασφάλειας.
Μήπως θα έπρεπε να δίνεται η δυνατότητα της αποκλειστικά ιδιωτικής ασφάλειας στους εργαζόμενους; Σύνταξη και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ανάλογα με το πόσα χρήματα έχει επενδύσει ο εργαζόμενος, μέσω της εγκεκριμένης από το κράτος ασφαλιστικής εταιρείας.
Τα χρήματα των εργοδοτικών εισφορών και της συμμετοχής του εργαζόμενου, να δίνονται στον εργαζόμενο και ας αποφασίσει εκείνος σε ποιον ασφαλιστικό φορέα θα ασφαλιστεί. Υποχρεωτικά, θα φαίνεται στην φορολογική του δήλωση. Έτσι, θα αποκτά περισσότερα χρήματα στον τραπεζικό του λογαριασμό κάθε μήνα και σίγουρα θα επενδύει λιγότερα χρήματα στην ιδιωτική ασφάλεια, ενώ θα απολαμβάνει καλύτερες παροχές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου