Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Τι πρέπει να κάνει ο Μπάιντεν για την επιθετική ρητορική του Ερντογάν;

Η πολιτική σκοπιμότητα, ή η απόγνωση, μπορεί να αναγκάσει τον πρόεδρο της Τουρκίας σε στρατιωτική περιπέτεια. Τι όμως;


Του Bobby Ghosh για το Bloomberg
Μετάφραση CosmoStatus


«Όταν έρθει η ώρα, θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται. Όπως λέμε, ξαφνικά, μπορούμε να έρθουμε μια νύχτα». «Όπως λέω πάντα, θα τα καταφέρουμε ξαφνικά ένα βράδυ».

Η πολεμική ρητορική, εδώ και πολύ καιρό, είναι έντονη από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά ο ηγέτης της Τουρκίας πρόσφατα έφτασε στα όρια, εκτοξεύοντας χλευασμούς και απειλές κατά κοντινών και μακρινών εχθρών, πραγματικών και φανταστικών. Οι παραπάνω σχεδόν πανομοιότυπες απειλές απευθύνονται, στην Ελλάδα και στις Κουρδικές Μονάδες Προστασίας του Λαού, ή YPG, στη Συρία. Το κοινό στην απαράδεκτη ρητορική του Ερντογάν, εκτός από την οργή του, είναι η στοχοποίηση των φίλων της Αμερικής, που εξυπηρετούν κρίσιμους Αμερικανικούς στρατιωτικούς στόχους: τον περιορισμό της Ρωσίας και του Ισλαμικού κράτους.

Η Ελλάδα, μέλος του ΝΑΤΟ, είναι ο διάδρομος για τις αποστολές όπλων των ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη — ο πιο σημαντικός λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το YPG έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιστροφή του Ισλαμικού κράτους στα κρησφύγετά του στη Συρία, μετά τη δραματική επέκταση της τρομοκρατικής ομάδας στο Ιράκ το 2014-15 και παραμένει ζωτικής σημασίας για να παραμείνουν οι τζιχαντιστές περιορισμένοι στα λημέρια τους.

Ο Ερντογάν αντιμετωπίζει την Ελλάδα με καχυποψία και το YPG με εχθρότητα. Η ελληνοτουρκική εχθρότητα είναι βαθιά. Η Τουρκία και η Ελλάδα πολέμησαν έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων στην Κύπρο στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Πιο πρόσφατα, συγκρούστηκαν για τους υδρογονάνθρακες στην Ανατολική Μεσόγειο και για τον στρατό που εδρεύει στα Ελληνικά νησιά στο Αιγαίο Πέλαγος κοντά στις Τουρκικές ακτές.

Όσο για το YPG, η Άγκυρα το θεωρεί παρακλάδι των αυτονομιστών Κούρδων του PKK, που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ. Ο Ερντογάν έχει υποστηρίξει ότι η Ουάσιγκτον έκανε λάθος που συντάχθηκε με τους Κούρδους και έχει διαφωνήσει με τη συνεχιζόμενη Αμερικανική προστασία
που παρέχεται στο YPG, με τη μορφή ενός μικρού στρατεύματος των ΗΠΑ στη Συρία.

Πόσο λοιπόν θα πρέπει να ανησυχεί η κυβέρνηση Μπάιντεν για τις απειλές του Ερντογάν να «έρθει ξαφνικά» σε δύο ζωτικούς συμμάχους; Η Τουρκική εσωτερική πολιτική περιπλέκει την απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Οκτώ μήνες πριν από τις εκλογές και την προσπάθειά του να παραμείνει στην εξουσία για τρίτη δεκαετία, ο Ερντογάν βρίσκεται σε έντονη προεκλογική εκστρατεία.

Οι δηλώσεις του Προέδρου τείνουν να γίνονται όλο και πιο προκλητικές στην προσέγγιση των δημοσκοπήσεων και αυτή τη φορά είναι πιο επιθετικός από ό,τι συνήθως. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει τίποτα άλλο να προσφέρει στους ψηφοφόρους: η οικονομία της Τουρκίας βυθίζεται, με τον πληθωρισμό και την ανεργία να αυξάνονται, ενώ το εμπορικό έλλειμμα εκτινάσσεται στα ύψη.

Ο αντίκτυπος στην πολιτική τύχη του Ερντογάν φαίνεται ξεκάθαρα σε δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι ο κυβερνών συνασπισμός του, βρίσκεται πίσω από την αντιπολίτευση των έξι κομμάτων. Αν και το μπλοκ της αντιπολίτευσης δεν έχει ακόμη κατονομάσει τον υποψήφιο για την προεδρία, τα προσωπικά νούμερα του Ερντογάν είναι κοντά σε ιστορικά χαμηλά.

Όπως οι λαϊκιστές παντού - και να θυμάστε, είναι ο παππούς των σημερινών λαϊκιστών - ο Ερντογάν επικαλείται τον εθνικισμό για να διώξει τα οικονομικά βάσανα και να ενισχύσει τις προοπτικές επανεκλογής του. Αυτό συνεπάγεται την υποκίνηση του φόβου ότι ξένο χέρι παρέμβει στις υποθέσεις της Τουρκίας. Και οι πιο βολικές εξωτερικές απειλές είναι η Ελλάδα και το YPG. (Άλλοι από τη συνοδεία του κατευθύνουν τα ρητορικά τους πυρά ευρύτερα. Ο Υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού έχει κατηγορήσει τις ΗΠΑ και τη Δύση για συνωμοσία κατά της Τουρκίας και υποσχέθηκε να τους κάνει να «φάνε τη σκόνη μας»).

Αλλά αυτά σημαίνουν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να κλείσει τα αυτιά της στην επιθετική ρητορική του Ερντογάν; Εάν οι πιθανότητες επανεκλογής του δεν βελτιωθούν τους επόμενους μήνες, μπορεί να νοιώσει υποχρεωμένος να πραγματοποιήσει κάποια από τις απειλές του.

Μια στρατιωτική περιπέτεια στο Αιγαίο είναι η πιο απίθανη από τις δύο. Ο Ερντογάν έπαιξε με τις δεσμεύσεις του στο ΝΑΤΟ, απόδειξη η αγορά Ρωσικών συστημάτων πυραυλικής άμυνας, σε αντίθεση με τη συλλογικότητα, αλλά μια
«στενή επαφή» με μια χώρα του ΝΑΤΟ, θα αποτελούσε μια απερισκεψία που δεν έχει δείξει ποτέ στον τομέα της εξωτερικής του πολιτικής. (Το έχει κάνει βέβαια στην οικονομική πολιτική: πολλά από τα προβλήματα της Τουρκίας πηγάζουν άμεσα από τις σκοτεινές ιδέες του για τα επιτόκια.)

Οι πιο δραματικές κινήσεις του Ερντογάν στην εξωτερική πολιτική αφορούσαν τη ρήξη με το Ισραήλ το 2010 και με τον Σύριο δικτάτορα Μπασάρ αλ Άσαντ το 2011. Παρόλο που προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Δύσης και στις δύο περιπτώσεις, καμία δεν είχε πιθανότητες να προκαλέσει τη σκληρή απάντηση από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.

Δεν υπήρξε στρατιωτική σύγκρουση με το Ισραήλ. Η Τουρκική εισβολή στη Συρία, που δικαιολογείται εν μέρει ως προληπτικό μέτρο κατά των τρομοκρατικών σχεδίων του PKK, περιέπλεξε τα Αμερικανικά σχέδια, αλλά κάποιοι στην Ουάσιγκτον δεν δυσαρεστήθηκαν που είδαν στη Συρία Τουρκικές μπότες, καθώς η Ρωσία ήταν ήδη παρούσα και οι ΗΠΑ ήλπιζαν να αποχωρήσουν.

Η Ελλάδα όμως είναι άλλο θέμα. Η τελευταία φορά που ο Ερντογάν έστειλε τα πυρά του προς την Αθήνα ήταν το 2020, όταν Τουρκικά και Ελληνικά πολεμικά πλοία αναμετρήθηκαν στην Ανατολική Μεσόγειο. Η τότε Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ ηρέμησε τις δύο χώρες και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν απείλησε με Ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας.

Μια ανταλλαγή πυρών στο Αιγαίο θα είχε μεγάλες συνέπειες, που μέσω των κυρώσεων θα προκαλούσαν μεγάλο πόνο σε μια ήδη ασθμαίνουσα οικονομία.

Έτσι απομένει το YPG. Μια στρατιωτική επιχείρηση κατά των Κούρδων, με πρόσχημα και πάλι την εξάλειψη της τρομοκρατίας, ίσως είχε μεγάλες απώλειες για την Τουρκία, αλλά μάλλον θα προκαλέσει την Ουάσιγκτον να απαντήσει με κάτι περισσότερο από ένα από κούνημα του δακτύλου. Έχοντας εγκαταλείψει τους συμμάχους της η Αμερική στο Αφγανιστάν, ο Πρόεδρος Μπάιντεν είναι απίθανο να αφήσει στην μοίρα τους του Κούρδους.

Έτσι, είναι απίθανο ο Ερντογάν να «έρθει ξαφνικά μια νύχτα». Το όλο θέμα του πολιτικού θεάτρου είναι να υπάρξει το μέγιστο κέρδος που θα το αντιληφθεί όσο το δυνατό ένα μεγαλύτερο ακροατήριο, δηλαδή οι ψηφοφόροι στην Τουρκία. Εάν
ο Ερντογάν αποφασίσει να κινηθεί κατά του YPG, αναμένεται να αφιερώσει τον χρόνο του για να εξάψει τα εθνικιστικά πάθη και να προετοιμάσει τους συμπατριώτες του για τυχόν απώλειες.

Όταν συμβεί αυτό, η κυβέρνηση του Μπάιντεν θα έχει λίγο χρόνο να επικαλεστεί το θέμα των Κούρδων. Αλλά και αυτό πιθανότατα θα είναι ως κυρίως για το θεαθήναι.

Αναπαραγωγή του άρθρου μπορεί να γίνει μόνο με ευδιάκριτη αναφορά στην πηγή CosmoStatus και χρήση live link



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου